Ο γιατρός άνοιξε την πόρτα. Έτρεξε κατά πάνω του, αυτός όμως απέφυγε να την κοιτάξει στα μάτια…
Μ: «Τι συμβαίνει με την κόρη μου; Θα γίνει καλά;»
Χ: «Ξέρετε, κάναμε ό,τι ήταν δυνατόν, είστε μία τρομερά αξιέπαινη γυναίκα».
Μ: «Λύσατε το πρόβλημα;»
Χ: «Αυτό είναι πάνω από τις ανθρώπινες δυνατότητες… κανείς δεν μπορεί να γιατρέψει την κόρη σας»
Μ: «Μα είπατε ότι θα πολεμήσετε!»
Χ: «Το είπα, εδώ και τέσσερις μέρες παλεύουμε εκεί (έδειξε προς μία πόρτα)… δεν μπορεί να σωθεί… ή ίσως… ίσως…»
Μ: «Ίσως τι;»
Χ: «Υπάρχει ένας γιατρός… είναι καρδιοχειρούργος στο εξωτερικό… ένας από τους κορυφαίους στον κόσμο… οι άνθρωποι λένε ότι κάνει θαύματα…»
Μ: «Στο εξωτερικό; Που ακριβώς; Πώς θα φτάσω εκεί; Ζούμε σε μία κομμουνιστική χώρα, πώς θα πάρω άδεια να πάω το παιδί μου να το κάνει καλά;»
Χ: «… και πώς θα τον πληρώσετε, μιας και οι υπηρεσίες του είναι σίγουρο πως είναι πολύ ακριβές…»
Μ: «… μήπως υπάρχει κάποιος άλλος; Κάποιος πολύ καλός στη Μόσχα; Λογικά εκεί θα ήταν πιο εύκολο να…»
Χ: «… όχι, δυστυχώς. Ακόμη και αυτός που σας λέω θα έχει σχεδόν αδύνατη αποστολή…»
Μ: «Αυτή δεν είναι απάντηση! Πείτε μου σας παρακαλώ τι μπορώ να κάνω… ο σύζυγός μου έχει πεθάνει και η κόρη μου είναι το μοναδικό μου παιδί…»
Χ: «Ζητώ συγνώμη, πραγματικά. Δεν μπορείτε να τα βάλετε με τη μοίρα. Αυτή είναι η μοίρα της κόρης σας, λύπαμαι πολύ!»
…
Βουκουρέστι, τέλη της δεκαετίας του ΄80. Τα τελευταία χρόνια του κομμουνιστικού καθεστώτος
O άντρας της είχε πεθάνει λίγα χρόνια πριν. Δεν είχε το δικαίωμα να νιώσει συντετριμμένη, μιας και προσπαθούσε μόνη να μεγαλώσει την κόρη της, τον άγγελό της με τα μακριά ξανθά μαλλία, που ήταν όλη της η ζωή. Είχε αρνηθεί κάθε είδους «συμβιβασμούς», για αυτό και περίμενε μόνη της σε όλες τις ουρές, ώρες ατελείωτες, με κρύο ή με καύσωνα, κάνοντας ό,τι μπορεί για να προσφέρει στην κόρη της (ας την πούμε Σ) τα απαραίτητα για να επιβιώσει. Μέχρι που είχε βρει και λύση για να πάρει τα φάρμακα που είχε ανάγκη το παιδί της, από κάποιον, που έπαιρνε κάτι από κάποιον άλλον, που έπαιρνε κάτι από κάποιον άλλον κλπ.
Η πόλη είχε γίνει πλέον αφόρητη για να ζει κάποιος… το ηλεκτρικό ρεύμα, το ζεστό νερό, η θέρμανση, το φαγητό… όλα είχαν γίνει δύσκολα και σπάνια. Το καθεστώς είχε γίνει πλέον απολυταρχικό και προσέφερε τα πάντα στις ελάχιστες δυνατές ποσότητες, ο δικτάτορας είχε αποφασίσει να μηδενίσει το εξωτερικό χρέος της χώρας χωρίς να ενδιαφέρεται για τις επιπτώσεις στη ζωή των πολιτών. Η ίδια δεν ενοχλούνταν, ούτε όταν είχε μόνο 4 ώρες τη μέρα ηλεκτρικό ρεύμα στο σπίτι της, ή 2 ώρες θέρμανση, ή ελάχιστο φαγητό… Όλα ήταν αποδεκτά για αυτή, όσο η Σ ήταν υγιής και κατάφερνε να της προσφέρει κάποιου είδους φαγητό κάθε μέρα, αλλά και τα φάρμακά της.
Η πρώτη μάχη με τη Μοίρα
Το πρώτο βράδυ που η Σ δεν ένιωθε καλά, πήγαν στο νοσοκομείο «Πρώτων Βοηθειών» και περίμεναν ώρες ατελείωτες μέχρι να την εξετάσει κάποιος. «Τίποτε το σοβαρό» της είπε ο ένας γιατρός που έδειχνε «ζωντανό φάντασμα» και ο ίδιος.
Όμως η Σ συνέχισε να παραπονιέται και στο τέλος οι γιατροί συμφώνησαν να εισαχθεί το παιδί στο νοσοκομείο και να ελεγχθεί πιο σοβαρά, ακόμη και να γίνουν εργαστηριακές αναλύσεις (όχι κάτι αυτονόητο για όλους…)
– «Η κόρη σας έχει περισσότερα προβλήματα υγείας. Όχι κάτι που να βάζει σε κίνδυνο τη ζωή της, αλλά πολλά και σοβαρά θέματα, για τα οποία θα χρειαστεί να της γράψουμε και νέα φάρμακα. Τώρα που μιλάμε δεν θα βρείτε την πλειοψηφία από αυτά, όμως ας ελπίσουμε ότι το υπουργείο σύντομα θα μπορέσει να τα προμηθευτεί!»
Μ: «Έχουμε κάνει κάτι λάθος, γιατρέ μου; Της έδωσα κάτι που δεν έπρεπε;»
– «Όχι, απλά αυτή είναι η μοίρα της».
Η δεύτερη μάχη με τη Μοίρα
Η κατάσταση της Σ δεν βελτιωνόταν, το αντίθετο. Η μητέρα της έψαξε κάθε πιθανή και απίθανη γνωριμία, για να μπορέσει να πάει το παιδί στο καλύτερο νοσοκομείο της χώρας, εκεί που γίνονταν δεκτοί μόνο οι ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, εκεί που δεν κοβόταν το ρεύμα καθόλου. Στο μικρό της διαμέρισμα είχε μετατρέψει έναν τοίχο σε πίνακα που κατέγραφε τις κινήσεις της… σε ποιον να μιλήσει, ποιος ξέρει ποιον, ποιος μπορεί να την πάει σε ποιον, τι μπορεί να προσφέρει διατηρώντας πάντα την αξιοπρέπειά της…
Πέρασαν 4,5 μήνες μέχρι να βρει τρόπο να γίνει δεκτή η Σ εκεί. Η αρχική εισαγωγή έγινε για να ελεγχθούν διάφορα προβλήματα, όμως σύντομα κατέληξαν στο καρδιολογικό τμήμα. Ο γιατρός μπροστά της ήταν ξεκάθαρος:
– «Η κόρη σας έχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα με την καρδιά της»
Μ: «Έχει να κάνει με τη διατροφή ή τα φάρμακά της; Μήπως κάνουμε κάτι λάθος;»
– «Όχι, αυτή είναι η μοίρα της. Αντιμετωπίζει κάτι εξαιρετικά δύσκολο και θα πρέπει να βρείτε τρόπο να επιστρέψετε εδώ και να καταφέρετε να σας δεχθεί ο κ. …. (ας τον πούμε Χ), ο κορυφαίος Ρουμάνος καρδιολόγος, διεθνώς αναγνωρισμένος».
Μ: «Είναι η ζωή της σε κίνδυνο, γιατρέ μου;»
– «Είναι, δυστυχώς. Όμως αν κάποιος μπορεί να σώσει την κόρη σας, αυτός είναι ο κύριος συνάδελφος. Απλά προσπαθήστε να βιαστείτε, από εμένα θα λάβετε ό,τι έγγραφο μπορώ να σας δώσω, ό,τι μπορεί να σας φανεί χρήσιμο».
Η τρίτη μάχη με τη Μοίρα
Πώς μπορείς να καταφέρεις να φτάσεις στον κορυφαίο γιατρό της χώρα σου, όταν είσαι γυναίκα και χήρα εν μέσω Κομμουνισμού; Πρώτα δουλεύοντας σαν τρελή και προσπαθώντας να βρεις πράγματα που θα σε βοηθήσουν να διεισδύσεις βαθύτερα στην «ανταλλακτική οικονομία». «Θα σου δώσω ρούχα, δώσε μου 2 κιλά κρέας, που θα τα δώσω σε κάποιον για να μου δώσει τυρί, που θα το δώσω για να …»
Κοιμόταν ελάχιστα ως καθόλου, κάνοντας θελήματα όλο το βράδυ, όμως ένιωθε ξεκούραστη και φρέσκια όταν σε λιγότερους από 2 μήνες ήταν μαζί με τη Σ στο ιατρείο του κ. Χ. Είδε μπροστά της έναν ψηλό και καλοντυμένο λιγνό άντρα, έναν διανοούμενο, κάποιον που σίγουρα ζούσε διαφορετική ζωή, με ξένα περιοδικά στον χώρο αναμονής και πολλά ακριβά πράγματα από τη Δύση, πράγματα που έβλεπε για πρώτη φορά στη ζωή της. Δήλωσε θυμωμένος που έφτασε σε αυτόν με τόσο μεγάλη καθυστέρηση, παριστάνοντας πως δεν ήξερε πώς ήταν η ζωή για τους μη προνομιούχους εκείνον τον καιρό στη Ρουμανία…
Ο γιατρός έδωσε στο παιδί της μία μπανάνα, κάτι που δεν επιτρεπόταν στη χώρα! Όμως και αυτή δεν είχε πάει με άδεια χέρια! Είχε μάθει ποια ήταν τα αγαπημένα του παραδοσιακά φαγητά από 3 διαφορετικές περιοχές της Ρουμανίας και τα είχε φέρει, αφήνοντάς τα στη γραμματέα του. Ήταν τα πεσκέσια της που του έκαναν εντύπωση; Η απελπισία της, που ήταν έκδηλη στο πρόσωπό της; Ή μήπως το ότι η ίδια Σ παρακάλεσε ευγενικά τον γιατρό να την κάνει καλά; Κανείς δεν ξέρει, σημασία έχει ότι ο κύριος Χ πρότεινε στη Σ να μπει στο νοσοκομείο για αναλύσεις και εξετάσεις, τις καλύτερες που θα μπορούσαν να γίνουν στη χώρα! Φεύγοντας από την επίσκεψη, η μάνα της Σ έπιασε τον γιατρό στην άκρη…
Μ: «Γιατρέ μου, μου λένε ότι το παιδί μου έχει κακή μοίρα, ότι είναι καταδικασμένο».
Χ: «Θα παλέψουμε, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να την αλλάξουμε τη μοίρα αυτή, να είστε σίγουρη για αυτό».
Η τέταρτη μάχη με τη Μοίρα
Όταν πήραν τη Σ για τις εξετάσεις, πήγε στο μπάνιο και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη, αυτόν που απέφευγε επί μήνες. Ήταν πιο αδύνατη από ποτέ, με μεγάλους μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια της. Το δέρμα της ήταν βρώμικο, οριακά αναγνώριζε τον εαυτό της στην εικόνα που έβλεπε. Όμως ήταν ευτυχισμένη! Παρά το ότι ένιωθε πως δεν ανήκε σε αυτό το περιβάλλον, στην ειδική πτέρυγα του καλύτερου νοσοκομείου που ήταν στη διάθεσή μόνο της κομματικής ελίτ της χώρας, ήταν περήφανη που κατάφερε να φτάσει ως εκεί. Τώρα το μόνο που είχε να κάνει ήταν να περιμένει από τον κ. Χ να της πει τις διαθέσιμες επιλογές.
Αυτές ήταν ίσως οι μέρες της ζωής της που κράτησαν 48, 60, 100 ώρες η κάθε μία… όχι 24. Τα λεπτά κύλαγαν βασανιστικά…
Είχαν μπει για έλεγχο «λίγων ωρών»… όμως γρήγορα της είπαν ότι οι ώρες έγιναν «μία μέρα» και μετά «άλλη μία». Μπορούσε να επισκεφθεί τη Σ για λίγα λεπτά κάθε μέρα. Η κόρη της ήταν τόσο γενναία, πάντα χαμογελαστή και χαρούμενη της έλεγε «μη φοβάσαι, μαμά, θα γίνω καλά!» Αργά το βράδυ στο τέλος της τέταρτης μέρας μία ευγενική νοσοκόμα την παρακάλεσε να περιμένει τον κ. Χ, που θα ερχόταν σε λίγο με τη διάγνωση…
Ο γιατρός άνοιξε την πόρτα. Έτρεξε κατά πάνω του, αυτός όμως απέφυγε να την κοιτάξει στα μάτια…
Μ: «Τι συμβαίνει με την κόρη μου; Θα γίνει καλά;»
Χ: «Ξέρετε, κάναμε ό,τι ήταν δυνατόν, είστε μία τρομερά αξιέπαινη γυναίκα».
Μ: «Λύσατε το πρόβλημα;»
Χ: «Αυτό είναι πάνω από τις ανθρώπινες δυνατότητες… κανείς δεν μπορεί να γιατρέψει την κόρη σας»
Μ: «Μα είπατε ότι θα πολεμήσετε!»
Χ: «Το είπα, εδώ και τέσσερις μέρες παλεύουμε εκεί (έδειξε προς μία πόρτα)… δεν μπορεί να σωθεί… ή ίσως… ίσως…»
Μ: «Ίσως τι;»
Χ: «Υπάρχει ένας γιατρός… είναι καρδιοχειρούργος στο εξωτερικό… ένας από τους κορυφαίους στον κόσμο… οι άνθρωποι λένε ότι κάνει θαύματα…»
Μ: «Στο εξωτερικό; Που ακριβώς; Πώς θα φτάσω εκεί; Ζούμε σε μία κομμουνιστική χώρα, πώς θα πάρω άδεια να πάω το παιδί μου να το κάνει καλά;»
Χ: «… και πώς θα τον πληρώσετε, μιας και οι υπηρεσίες του είναι σίγουρο πως είναι πολύ ακριβές…»
Μ: «… μήπως υπάρχει κάποιος άλλος; Κάποιος πολύ καλός στη Μόσχα; Λογικά εκεί θα ήταν πιο εύκολο να…»
Χ: «… όχι, δυστυχώς. Ακόμη και αυτός που σας λέω θα έχει σχεδόν αδύνατη αποστολή…»
Μ: «Αυτή δεν είναι απάντηση! Πείτε μου σας παρακαλώ τι μπορώ να κάνω… ο σύζυγός μου έχει πεθάνει και η κόρη μου είναι το μοναδικό μου παιδί…»
Χ: «Ζητώ συγνώμη, πραγματικά. Δεν μπορείτε να τα βάλετε με τη μοίρα. Αυτή είναι η μοίρα της κόρης σας, λύπαμαι πολύ!»
Πες μου την ιστορία σου.
Έχεις κάποια αληθινή ιστορία που πιστεύεις ότι αξίζει να διηγηθώ;
Γράψε μου για να τα πούμε!Πες μου τι σκέφτεσαι!
«Όταν έχεις φτάσει στον πάτο, μόνο προς τα πάνω μπορείς να πας»
Πώς θα έλεγε στη Σ ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτε για να τη σώσει; Πώς θα το έλεγε στον ίδιο της τον εαυτό ότι θα έχανε τη μονάκριβη κόρη της; Ήταν πραγματικά αυτή η Μοίρα ανίκητη;
Έφυγε από το σπίτι χαμένη στις σκέψεις της, σχεδόν αναίσθητη… οριακά μπορούσε να επικοινωνήσει με το περιβάλλον γύρω της. Η Σ είχε αισθητά επηρεαστεί από το πρόβλημα με την καρδιά της και τις πολλές μέρες στο νοσοκομείο, της αναλύσεις κλπ. Ίσα ίσα που χαμογέλασε στη μητέρα της αυτή τη φορά, όταν τη ρώτησε για τα αποτέλεσματα και αν στο τέλος θα μπορούσε να γίνει καλά…
Μ: «Αγάπη μου, μωρό μου… είμαι τόσο χαρούμενη! Ο γιατρός μου είπε ότι θα ετοιμάσει τα αναγκαία έγγραφα για να πάμε στο εξωτερικό, σε μία άλλη χώρα, εκεί που κάποιοι καλοί άνθρωποι θα σε θεραπεύσουν! Είπε ότι είναι πιο καλά να συνδυάσουμε τη θεραπεία σου με ένα ταξίδι, για να ξεφύγεις και λίγο από αυτά τα βαρετά νοσοκομεία εδώ στο Βουκουρέστι!» είπε στη Σ βάζοντάς της να κοιμηθεί στο παγωμένο τους σπίτι…
Εκείνο το βράδυ δεν μπορούσε να μετρήσει πόσες φορές έκανε εμετό. Ένιωθε ντροπή για τον εαυτό της, ένοχη… για μία στιγμή σκέφτηκε να αυτοκτονήσει. Όταν ο ήλιος ανέτειλε στον γκρίζο ουρανό, είχε πάρει την απόφασή της: «Όλοι θεωρούν ότι το παιδί μου θα πεθάνει εξαιτίας της μοίρας της. Όμως όταν έχεις ήδη χάσει τα πάντα… όταν έχεις φτάσει στον πάτο, μόνο προς τα πάνω μπορείς να πας από εδώ και πέρα, μόνο να κερδίσεις μπορείς».
Η μάχη με τον Χρόνο…
Ειδικά την περίοδο του Κομμουνισμού, οι Ρουμάνοι είχαν διάφορες εκφράσεις στη γλώσσα τους που έδιναν προτεραιότητα στην ελπίδα και όχι στη δράση. Δεν σκόπευε να γίνει άλλος ένας άνθρωπος που «θα περίμενε να πέσουν από τον ουρανό οι λύσεις», όπως έλεγε ο λαός. Όμως έπρεπε να βιαστεί, η κατάσταση της Σ χειροτέρευε κάθε εβδομάδα και η αδυσώπητη μάχη με τον χρόνο είχε ξεκινήσει.
Πρώτα από όλα, είχε παρακαλέσει τον κ. Χ να επικοινωνήσει με τον γιατρό στο εξωτερικό, να του παρουσιάσει την κατάσταση και να του ζητήσει να δεχθεί την κόρη της ως ασθενή. Ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να το κάνει και να «νομιμοποιήσει» την όλη διαδικασία. Επίσης της υποσχέθηκε ότι θα τη βοηθούσε με τα γραφειοκρατικά έγγραφα που θα έπρεπε να ετοιμαστούν, έγγραφα που θα επιβεβαίωναν ότι η Σ ήταν μία σπάνια περίπτωση που δικαιούνταν να λάβει άδεια εξόδου από τη χώρα, παρά τους σκληρούς κανόνες που το απαγόρευαν.
Πώς όμως θα πήγαιναν εκεί χωρίς λεφτά; Ποιος θα τους έδινε τις δεκάδες χιλιάδες δολαρίων που θα κόστιζε η επέμβαση αυτή; Βρήκε μία επαφή με μία από τις κρατικές εταιρείες εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου, τις μόνες που μπορούσαν να κάνουν πληρωμές σε συνάλλαγμα προς το εξωτερικό. Έμαθαν ότι η Ρουμανία και η χώρα του διάσημου γιατρού είχαν σημαντικές διμερείς οικονομικές σχέσεις και το «βύσμα» που είχε βρει εκεί της υποσχέθηκε ότι θα προσπαθούσε να περάσει το πρόβλημα της Σ ως μία συναλλαγή που θα πληρωνόταν από την κρατική εταιρεία, θα μπορούσε να προστεθεί στα έξοδά της.
Καμιά φορά η συμπόνοια κοντράρει τη Μοίρα…
Είχε πείσει τον εαυτό της ότι όλα θα πάνε καλά, όταν μετά από έναν μήνα ενημερώθηκε να πάει να συναντήσει την επαφή της και να μάθει τα νέα. Πήγε εκεί, όμως άκουσε να της λέει ότι «ο κομματικός επίτροπος που διοικεί την κρατική εταιρεία απέρριψε το αίτημα για την κόρη σου, είπε ότι αυτή την περίοδο υπάρχουν άλλες προτεραιότητες». Ένιωσε να κεραυνοβολείται… για μία στιγμή νόμισε ότι θα πέθαινε επί τόπου, εκείνη τη στιγμή…
Δεν επέστρεψε στο σπίτι και την κόρη της εκείνο το απόγευμα… άρχισε να περπατάει ατελείωτα χιλιόμετρα και έφτασε από τη δικιά της συνοικία στο σπίτι του κ. Χ. Η γυναίκα του της άνοιξε παραξενεμένη από την ώρα και είδε κάποια που νόμισε ότι θα της ζητούσε φαγητό. Πριν όμως της κλείσει την πόρτα στα μούτρα, την άκουσε να ψελίζει το όνομα της κόρης της και τότε η σύζυγος του κ. Χ την κάλεσε μέσα, μιας και ήξερε και η ίδια το θέμα.
Μ: «Απέρριψαν τον φάκελό του παιδιού μου για χρηματοδότηση μέσω της διμερούς οικονομικής συμφωνίας που έχουμε με τη χώρα του γιατρού… ήρθα σε εσάς γιατί δεν έχω που αλλού να πάω… σίγουρα δεν μπορώ να επιστρέψω πίσω στο σπίτι και στη Σ… πείτε μου τι πρέπει να κάνω και θα το κάνω, ό,τι και να είναι αυτό, απλά δώστε μου μία λύση, σας ικετεύω…»
Ο κύριος Χ σηκώθηκε, την πήρε στην αγκαλιά του και την άκουσε να κλαίει με λυγμούς. Η γυναίκα του τη βοήθησε να καθίσει σε μία καρέκλα και όταν αυτή κατάφερε να σταματήσει τον ποταμό των δακρύων της, άκουσε τα νέα από τον κ. Χ:
Χ: «Δεν έχω γνωρίσει ποτέ στη ζωή μου ποτέ κάποιον άνθρωπο σαν εσένα… ούτε η γυναίκα μου έχει γνωρίσει… για αυτό και αποφασίσαμε να σε βοηθήσουμε με τα αεροπορικά εισιτήρια, τα ξενοδοχεία κλπ. Θα κανονίσω άμεσα ένα ταξίδι στην πόλη του γιατρού αυτού, για επιστημονικούς λόγους. Θα πάρω άδεια να ταξιδέψω μαζί με τη γυναίκα μου και θα σας βάλω και εσάς στη λίστα, εσένα και την κόρη σου. Δεν μπορώ να σου υποσχεθώ ότι ο συνάδελφός μου θα δουλέψει χωρίς να πληρωθεί, ή με μία υπόσχεση μελλοντικής πληρωμής, όμως μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι θα φτάσει η Σ μπροστά του και θα την εξετάσει».
Μ: «Ας κάνει καλά την κόρη μου και θα μείνω εκεί για να τον υπηρετώ για το υπόλοιπο της ζωής μου» κατάφερε να απαντήσει, πριν ξεσπάσει και πάλι σε κλάματα…
… και κάποιες φορές η Συμπόνια και η Ανθρωπιά πραγματικά αλλάζουν τη Μοίρα ενός ανθρώπου
Η Σ ήταν πολύ αδύναμη. Οριακά θα κατάφερνε να αντέξει το ταξίδι και την ταλαιπωρία… όμως δεν υπήρχε περίπτωση για τη μητέρα της να κάνει πίσω εδώ που είχαν φτάσει τα πράγματα…
Πριν ακόμη φτάσουν εκεί, ο κ. Χ έστειλε μήνυμα στον γιατρό, έναν από τους κορυφαίους καρδιοχειρούργους στον κόσμο. Όταν έφτασαν στο ιατρείο του, τους περίμεναν… ήταν βράδυ Τετάρτης… ο κορυφαίος γιατρός, αυτός ο «μάγος που έσωζε ζωές σε καθημερινή βάση» είχε ένα απλό, σεμνό ιατρείο…
– «Ο κ. Χ μου έχει γράψει για εσάς, κυρία μου. Φαίνεστε μία ξεχωριστή γυναίκα. Πείτε μου περισσότερα για τη Σ και την ασθένειά της».
Στην αρχή μίλησε αυτή και ο κ. Χ (που μετέφραζε) επιβεβαίωσε τα λόγια της, μετά ο γιατρός εξέτασε τη Σ και στη συνέχεια μελέτησε όλες τις εξετάσεις που του παρουσίασαν… ήταν εμφανές ότι είχε εντυπωσιαστεί από το πείσμα της μάνας του παιδιού και τον είχε αγγίξει η ιστορία της… όταν λοιπόν κάποια στιγμή του είπε ότι δεν έχει τα χρήματα για να πληρώσει την επέμβαση και τη νοσηλεία, τη διέκοψε κοφτά:
– «Δεν θυμάμαι να σας ζήτησα χρήματα ως τώρα. Έχω ήδη αποφασίσει ότι δεν θέλω απολύτως τίποτε από εσάς. Μίλησα και στο νοσοκομείο μας. Λαμβάνοντας υπόψη το κοινωνικό σας υπόβαθρο και τον αγώνα σας για να κρατήσετε στη ζωή το παιδί σας, θα ρυθμίσω εγώ το θέμα των εξόδων νοσηλείας, αλλά και ό,τι άλλα έξοδα θα έχετε κατά την παραμονή σας εδώ».
Χ: «Κύριε συνάδελφε, σας είμαι προσωπικά υπόχρεος, δεν ξέρω πως…»
– «Κύριε συνάδελφε, σας ευχαριστώ που θα μου δώσετε την ευκαιρία να δοκιμάσω τα όριά μου και να προσπαθήσω να βοηθήσω αυτούς τους υπέροχους ανθρώπους».
Αυτή το μόνο που κατάφερε να ψελίσει, ενόσω έκλαιγε, ήταν η λέξη που είχε μάθει από τον Ρουμάνο γιατρό: «Thank you», ευχαριστώ.
Ελάχιστες πιθανότητες…
Ο διάσημος γιατρός μελέτησε ξανά τον φάκελο της Σ και γρήγορα επιβεβαίωσε αυτό που ήξερε και ο κύριος Χ, αλλά δεν ήθελε να μεταφέρει στη γενναία μητέρα του παιδιού…
– «Μέχρι τώρα οι άνθρωποι σας έλεγαν πως η κόρη σας έχει 0 πιθανότητες να σωθεί, εξαιτίας του σπάνιου γενετικού της προβλήματος. Εγώ θα σας πω ότι τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα, ας πούμε ότι έχει 5% πιθανότητες. Όμως παρακαλώ να μην πιστέψετε ότι είναι σίγουρο πως θα τα καταφέρουμε, είναι τρομερά δύσκολη περίπτωση… επίσης πρέπει να βιαστούμε, κάθε μέρα, κάθε ώρα μετράει! Δεν μπορώ να εγγυηθώ ούτε καν ότι θα ζήσει μετά την επέμβαση».
Μ: «Ο Θεός δεν με βοήθησε να φτάσω ως εδώ για να με εγκαταλείψει τώρα και να πεθάνει το παιδί μου. Σας εμπιστεύομαι απόλυτα, γιατρέ μου».
Έμεινε έξω από το χειρουργείο για ώρες… έψαξε βαθειά μέσα της να θυμηθεί κάθε πιθανή προσευχή που είχε μάθει κρυφά από τότε που ήταν μικρή, ενώ συνέθεσε επί τόπου και καινούργιες προσευχές…
Όταν μετά τα μεσάνυχτα ο γιατρός εμφανίστηκε μπροστά της εξουθενωμένος, για μία στιγμή πίστεψε πως η Σ δεν άντεξε το χειρουργείο και πέθανε… για αυτό και άρχισε να ουρλιάζει…
– «Λοιπόν… παράξενος λαός είστε εσείς οι Ρουμάνοι… ουρλιάζουν όταν ακούν πως η κόρη τους θα γίνει καλά και θα μεγαλώσει για να γίνει μία υπέροχη κοπέλα» της είπε ο γιατρός, χαρίζοντάς της ένα κουρασμένο χαμόγελο.
Μετά από ένα από τα πιο πολύωρα χειρουργεία καρδιάς που έγινε σε παιδιά τη δεκαετία του ’80, η Σ ήταν πλέον ασφαλής…
… και η μητέρα της είχε επίσημα νικήσει την ίδια τη Μοίρα!
Χρειάζεσαι σοβαρή καθοδήγηση για την επιχειρηματική / επενδυτική σου δραστηριότητα;
Κάθε μήνα συμβουλεύω ως 3 άτομα ή εταιρείες που χρειάζονται «μία out of the box προσέγγιση»
Γράψε μου για να μιλήσουμε! (Η υπηρεσία αυτή έχει κόστος)2022. Ηλίας Παπαγεωργιάδης
Η Σ ζει σήμερα στο Βουκουρέστι και ασχολείται με τον χώρο του πολιτισμού και των τεχνών. Έτυχε να τη γνωρίσω όταν πριν πολλά χρόνια είχαμε οργανώσει με τον Γρηγόρη μία βραδιά Ελληνικού ελαιολάδου σε συνδυασμό με έκθεση έργων τέχνης Ελλήνων δημιουργών. Όταν μας διηγήθηκε με λεπτομέρειες όλα όσα της είπε η μητέρα της (ήμασταν πέντε άνθρωποι εκεί), ομολογώ ότι ήταν μία από τις σπάνιες φορές που άρχισα να κλαίω ασταμάτητα σε δημόσιο χώρο… Η Σ είναι ένα άτομο ήσυχο, αθόρυβο, κάποια που δύσκολα μπορείς να πιστέψεις ότι αποτέλεσε το επίκεντρο αυτής της απίστευτης αληθινής ιστορίας…
Από τότε που έμαθα την ιστορία της, θεωρώ τη μητέρα της ένα από τα πρότυπά μου σε αυτή τη ζωή, κοντά και στους δικούς μου γονείς.
Πέθανε πριν από λίγα χρόνια και αποφάσισα να γράψω αυτό το κείμενο και να της το αφιερώσω:
Σε μία από τις πιο γενναίες μητέρες που έχουν εμφανιστεί σε αυτόν τον κόσμο, σε μία γυναίκα που απέδειξε με τον αθόρυβο αγώνα και την αδιάκοπη προσπάθειά της ότι καμία μάχη δεν είναι χαμένη πριν τη δώσουμε.
Επίτρεψέ μου να αφιερώσω το κείμενο αυτό τόσο στη μητέρα μου, όσο και σε όλους τους ανθρώπους που έχουν περάσει στη ζωή τους παρόμοιες εμπειρίες, ίσως και σε εσένα αν σου συνέβη κάτι αντίστοιχο…
Στα αγγλικά λέγεται Fate. Οι Τούρκοι τη λένε Κισμέτ, ενώ εμείς οι Έλληνες την ονομάζουμε Μοίρα. Όλοι τη θεωρούμε εξαιρετικά δυνατή, πανίσχυρη. Αν όμως υπάρχει κάποιος άνθρωπος σε αυτόν τον κόσμο που μπορεί να τα βάλει με τη Μοίρα και να τη νικήσει, αυτός ο άνθρωπος είναι σίγουρα μία μητέρα. Η μητέρα της Σ, η μητέρα μου η Σοφία και τόσες άλλες μητέρες σε αυτόν τον κόσμο, μητέρες που δεν παρέδωσαν τα όπλα απέναντι στη μοίρα, τη δικιά τους ή αυτών που αγαπάνε.
Για αυτό και καμιά φορά το να αγαπάς τη μητέρα σου μπορεί να είναι πολύ λίγο για της εκφράσεις τα πραγματικά σου συναισθήματα για αυτή…
Χρόνια Πολλά, μαμά!
Εσύ τι γνώμη έχεις;
Νίκος Λουγκριδης αναφέρει:
Ένα υπέροχο κείμενο με πολύ όμορφα μηνύματα . Δεν το κρυβω πως δάκρυσα !
Μπράβο Ηλια . Δικά μπράβο !
Ilias Papageorgiadis αναφέρει:
Ευχαριστώ. Και εγώ έγραφα με δάκρυα…