Το πρώτο βήμα

Γιατί επέλεξα τη Ρουμανία όταν αποφάσισα να φύγω επαγγελματικά από την Ελλάδα


– «Η φορολογία είναι λίγο πιο χαμηλή από την Ελλάδα, απλά δεν έχει προκαταβολές φόρου και άλλα κρυφά έξοδα που πληρώνουμε εδώ. Λένε πως θα αλλάξει αν μετά τις εκλογές…»

Γ: «Αν» με διέκοψε ο Γρηγόρης, θυμίζοντάς μου πως οι προεκλογικές υποσχέσεις είχαν μικρή σημασία.

– «Θα μπουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ».

Γ: «Καλό, θα μετρήσει θετικά».

– «Έχει διπλάσιο πληθυσμό από την Ελλάδα, απλωμένο πολύ ωραία σε όλη τη χώρα, απίστευτα εύφορα χωράφια που είναι πάμφθηνα, βαριές υποδομές, κεντρική θέρμανση των πόλεων…»

Γ: «Αλλά πολλή φτώχεια, σωστά;»

– «Σήμερα ναι, αλλά είναι δυνατόν να μπουν στην Ευρώπη και να μην τρέξουν; Τα σούπερ μάρκετ τους είναι ήδη αξιοπρεπή σε σχέση με τα αντίστοιχα Ελληνικά».

Γ: «Το ίδιο δεν ισχύει και με τους Βούλγαρους;»

– «Εκεί δεν υπάρχει ασφάλεια σήμερα, στο Βουκουρέστι ένιωσα απόλυτα ασφαλής. Επίσης μας αγαπάνε ως λαό και ως χώρα, πουθενά αλλού δεν το ένιωσα αυτό. Μας έχουν σε μεγάλη εκτίμηση και μας σέβονται».

Γ: «Δεν πας για πρωθυπουργός εκεί, ρε Ηλία, για να δουλέψεις πας».

– «Όλα μετράνε, εκεί ένιωσα εντός έδρας. Απλά υπάρχει κάτι με τους Ρουμάνους που θα πρέπει να το σκεφτούμε πολύ… η μεγάλη τους πλειοψηφία είναι σε κατάθλιψη. Δεν βγάζεις άκρη! Άνθρωποι με ταλέντο και χαρίσματα, άνθρωποι ικανοί για μεγάλα πράγματα, είναι μια χαρά μέχρι να πάει η κουβέντα στη Ρουμανία και τους άλλους Ρουμάνους. Μιλάνε συνεχώς εναντίον της χώρας τους και των άλλων πολιτών εκεί. Όλα στραβά τα βρίσκουν, όλα τους πειράζουν, τίποτε για αυτούς δεν είναι καλό».

Γ: «Εσύ μου λες ότι βλέπεις δυναμική και προοπτική εκεί;»

– «Θα σου το πω σίγουρα σε 1 – 2 μήνες, αλλά νομίζω πως ναι».

Γ: «Και θέλεις τη γνώμη μου για να αποφασίσουμε αν μία χώρα με μεγάλη προοπτική, ανοικτή στους ξένους, αλλά με ανθρώπους που βρίζουν τον τόπο τους είναι η κατάλληλη για να ξεκινήσουμε κάτι καινούριο;»

– «Ακριβώς».

2003. Διλήμματα και ερωτήματα…

Αφού… αποφάσισα ότι η Ελλάδα θα χρεωκοπήσει μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, πέρασα στην υλοποίηση της σκέψης μου να φύγω «και να σωθώ πριν την καταστροφή, προστατεύοντας έτσι και την οικογένειά μου».

Το να πεις «φεύγω» είναι εύκολο, μια κουβέντα είναι. Το να το υλοποιήσεις όμως είναι πολύ πιο δύσκολο. Φεύγεις; Πώς φεύγεις; Πού θα πας; Πότε φεύγεις; Πώς θα σταθείς σε μία ξένη χώρα, με τη φιλοδοξία μάλιστα να μην πας για να προσληφθεις κάπου ως εργαζόμενος, αλλά να φτιάξεις τη δικιά σου δουλειά;

  • Ναι, προερχόμουν από οικογένεια που ασχολείται με το επιχειρείν εκατοντάδες χρόνια στην κυριολεξία.
  • Ναι, όπως και τα αδέρφια μου, από μικρός ήμουν στη δουλειά και δεν φοβόμουν να δουλέψω όσο σκληρά και να χρειαζόταν.
  • Ναι, είμαι καλός στην επικοινωνία με τους ανθρώπους.
  • Ναι, είχα πείσει τον εαυτό μου ότι η Ελλάδα όντως θα χρεωκοπήσει μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Όμως οι δυσκολίες έδειχναν περισσότερες…

  • Ήμουν δημοσιογράφος τα πολλά τελευταία χρόνια, έγραφα κείμενα, είχα εκπομπή στην τηλεόραση… στο εξωτερικό όλα αυτά θα ήταν λογικά άχρηστα.
  • Με τον αδερφό μου ήμασταν καλοί επαγγελματίες και προσεγγίζαμε σοβαρά τη δουλειά μας, όμως δεν ήξερα παρά μόνο το εμπόριο μέσα από την οικογενειακή μας επιχείρηση και τον κλάδο των ΜΜΕ, της διαφήμισης, της πολιτικής επικοινωνίας. Το επιχειρείν δεν το ήξερα τέλεια, πόσο μάλιστα σε διεθνές επίπεδο…
  • Τα αγγλικά μου ήταν καλά για την Κατερίνη και την Ελλάδα (όπου η πλειοψηφία θεωρεί ότι μιλάει αγγλικά αν πάρει πτυχίο που να το επιβεβαιώνει), όμως στο εξωτερικό δεν ήμουν βέβαιος ότι θα ήταν αρκετά.
  • Ζεις στον τόπο σου, όπου τους ξέρεις όλους και όλα, έχεις λύσεις για όλα τα θέματα και είσαι «εντός έδρας». Πώς ξεβολεύεσαι πηγαίνοντας κάπου όπου δεν θα ξέρεις κανέναν και τίποτε;
  • Πώς φεύγεις έξω χωρίς μεγάλο κεφάλαιο και πολλά χρήματα;

Δυτική Ευρώπη;

Απέρριψα γρήγορα την επιλογή της Δυτικής Ευρώπης. Χωρίς το ίντερνετ και τις δυνατότητες που υπάρχουν στις μέρες μας, θεώρησα ότι θα ήταν σχεδόν αδύνατο να στήσω με επιτυχία μία δουλειά εκεί με το πενιχρό κεφάλαιο με το οποίο θα ξεκινούσα. 

Αποφάσισα να πάω «στα Βαλκάνια», μιας και εκεί θα ήμουν κοντά στο σπίτι μου και θα ξεκινούσα σε ένα περιβάλλον όπου πιθανότατα με τα λίγα μου χρήματα θα μπορούσα να κάνω περισσότερα πράγματα, ενώ λογικά οι Βαλκάνιοι θα είχαν και καλή γνώμη για εμάς τους Έλληνες, άλλωστε κάθε χρόνο ήθελαν να έρχονται στην Ελλάδα για διακοπές…

Πρώτη απόπειρα: Βουλγαρία

Ήμουν δημοσιογράφος = όταν αποφάσισα να πάω για πρώτη φορά στη Σόφια μίλησα με την Ελληνική Πρεσβεία και ζήτησα τον ακόλουθο τύπου εκεί. Ο άνθρωπος με δέχτηκε όταν έφτασα, ευγενέστατος, βρήκαμε και κοινούς γνωστούς. Σε λίγους μήνες έβγαινε στη σύνταξη. 

– «Τι θέλεις να κάνεις στη Βουλγαρία, Λιάκο;» με ρώτησε αρκετές φορές.

– «Να καταλάβω τη χώρα, κύριε Τάσο» του απάντησα.

Ξαναγύρισα με έναν φίλο μου από την Κατερίνη, αλλά δεν ήταν για καλό. Το βράδυ μείναμε σε ένα ξενοδοχείο 4 αστέρων, το οποίο είχε φύλαξη στην είσοδο από ανθρώπους με… πολυβόλα ούζι στα χέρια και το πρόσωπό τους καλυμμένο! Μου είπαν ότι εκεί έμεναν και αμερικανοί στρατιώτες, άκουσα διάφορα, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω την ανάγκη της φύλαξής μας με όπλα…

Επέστρεψα για τρίτη φορά και μπήκα «βαθύτερα» στο θέμα, έχοντας φτιάξει μία σειρά από προτεραιότητες στο μυαλό μου:

  • Ποια είναι η φορολογία;
  • Πώς είναι δομημένη η οικονομία;
  • Πόση ασφάλεια υπάρχει για κάποιον ξένο;
  • Πώς είναι ένα σούπερ μάρκετ; Τι πουλάει; (γιατί από τότε ακόμη έβγαλα το συμπέρασμα πως κάθε χώρα, κάθε πόλη φαίνονται μέσα από τα σούπερ μάρκετ τους, από τους πελάτες και τα καλάθια τους, από τα προϊόντα που υπάρχουν στα ράφια και τις τιμές τους).

Τα αποτελέματα δεν ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά…

  • Η φορολογία ήταν χαμηλή, αλλά δεν πολυέβγαζα άκρη με τους ανθρώπους και τις τράπεζες. 
  • Η χώρα αναμενόταν να μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καλό αυτό.
  • Η οικονομία ήταν μικρή, πολύ πίσω από την Ελληνική και φαινόταν να ελέγχεται από πολύ λίγους ανθρώπους = δύσκολα ένας νεαρός από την Κατερίνη θα μπορούσε να σταθεί εκεί…
  • Ασφάλεια δεν υπήρχε. Έτσι απλά.
  • Τα σούπερ μάρκετ σου έδιναν την εικόνα ενός τόπου χωρίς δύναμη και προοπτική. 
  • Επίσης δεν ένιωθα ότι οι Βούλγαροι είχαν στην πλειοψηφία τους καλά αισθήματα απέναντι στους Έλληνες…

Όχι, δεν θα πήγαινα στη Βουλγαρία… Ο πατέρας μου έλεγε «όταν θα πας να κολυμπήσεις, να πας στη θάλασσα και όχι στη μπανιέρα σου. 

Δεύτερη απόπειρα: Σερβία

Το φθινόπωρο του 2003 ο τότε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στη Σερβία. Έχοντας ήδη καλές γνωριμίες σε εθνικό επίπεδο, ζήτησα και πέτυχα να είμαι και εγώ στην αποστολή (πληρώνοντας τα πάντα με τα δικά μου χρήματα, όπως μου ξεκαθαρίστηκε).

Στο Βελιγράδι γνώρισα και πάλι τον ακόλουθο τύπου της Ελληνικής Πρεσβείας, που ήταν και από τα μέρη μου, από την Πιερία.

– «Τι θέλεις να κάνεις στη Σερβία, Ηλία;»

– «Να καταλάβω τη χώρα, κύριε Χάρη».

Αποφάσισα να πάω μόνος μου άλλη μία φορά, με αφορμή μία τουριστική έκθεση που γινόταν στο Novi Sad. Πέρασα και μερικές μέρες στο Βελιγράδι. Χωρίς την αποστολή του Έλληνα Προέδρου (την οποία κατάλαβα μετά πως οδηγούσαν από σημεία που έδειχναν όμορφα), είδα μία πόλη εντελώς διαφορετική: Με κτήρια γεμάτα τρύπες από τις βόμβες του πολέμου και μεγάλα προβλήματα. Σε αντίθεση με τους Βούλγαρους που τα έβρισκαν όλα μαύρα, οι Σέρβοι ήταν πιο αισιόδοξοι και περήφανοι. 

Όμως ούτε αυτοί πέρασαν το τεστ…

  • Δύσκολη άσκηση η φορολογία
  • Δεν υπήρχε προοπτική εισόδου της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είχαν πιο σοβαρά προβλήματα να λύσουν…
  • Η οικονομία ήταν εξαιρετικά μικρή, διαλυμένη από τον πόλεμο και φαινόταν να ελέγχεται από ελάχιστους ανθρώπους 
  • Πήγα να παρκάρω το αυτοκίνητό μου σε ένα ιδιωτικό πάρκιγκ κοντά στο δημαρχείο του Βελιγραδίου (το θυμάμαι ακόμη, ήταν μία σιδεροκατασκευή δύο επιπέδων) και ένας αστυνομικός μου ζήτησε χρήματα για να μου επιτρέψει να μπω. Στο ιδιωτικό πάρκιγκ…
  • Τα σούπερ μάρκετ απλά δεν ήταν σούπερ μάρκετ με την έννοια που ξέραμε στην Ελλάδα.
  • Οι Σέρβοι έτρεφαν ενθουσιώδη αισθήματα για τους Έλληνες, άλλωστε ως λαός τους είχαμε βοηθήσει όπως μπορούσαμε στον πόλεμο. Αλλά δεν ένιωθα ότι θα ήμουν «εντός έδρας» αν δοκίμαζα να κάνω κάτι εκεί.

Λένε ότι «η καλύτερη ώρα για να επενδύσεις είναι όταν το αίμα τρέχει στους δρόμους». Εγώ, αν και πρώην κρεοπώλης, δεν τα πήγαινα καλά με τα αίματα, ούτε με τα υπέρμετρα ρίσκα…

2004. «Πρώτα η δουλειά» ή η «μη εγκατάλειψη του στόχου»;

Ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης «έδωσε το δαχτυλίδι» στον Γιώργο Παπανδρέου και προκήρυξε εκλογές για τον Μάρτιο του 2004. Εγώ όμως είχα ήδη κλείσει από νωρίτερα ότι θα πήγαινα στο Βουκουρέστι την Τετάρτη, 21 Ιανουαρίου.

«Άντε, πάνε και εκεί και μετά να ηρεμήσεις και να καθίσεις στα αυγά σου» μου είπε ένας φίλος μου. 

Ο αδερφός μου ο Γρηγόρης ήταν λιγότερο ευγενικός… «Έχουμε τόσες καμπάνιες που έχουμε αναλάβει να τρέξουμε παράλληλα, έχουμε την εφημερίδα, θέλεις να συνεχίσεις και την τηλεόραση και μου λες πως θα σηκωθείς και θα πας για 5 μέρες στη Ρουμανία; Πάνε μετά τις εκλογές! Γιατί τώρα;»

– «Γιατί οι εκλογές θα περάσουν, αλλά δεν θέλω να χάσω τον στόχο μου, που είναι να ΦΥ ΓΟΥ ΜΕ από εδώ».

– «Θα εκτεθούμε στους πελάτες μας».

– «Θα δουλέψουμε ακόμη περισσότερο» του απάντησα και όντως πριν και μετά τη Ρουμανία ζήσαμε για 50 μέρες την υπέροχη αίσθηση του να δουλεύεις 20 – 22 ώρες τη μέρα, να κοιμάσαι στο γραφείο και να μην τελειώνεις ποτέ. 

21 Ιανουαρίου 2004. Ρουμανία

Στη Ρουμανία προσγειώθηκα ένα βράδυ Τετάρτης, στις 21 Ιανουαρίου του 2004. (Πολλά χρόνια αργότερα θα συνειδητοποιούσα πως αυτή η ημέρα είναι για μένα τα δεύτερά μου γενέθλια). Ένας γνωστός γνωστού από την Κατερίνη μου είχε κανονίσει να έρθει και να με πάρει με το αυτοκίνητό του ένας Ρουμάνος που δούλευε σε μία εταιρεία Ελληνικών συμφερόντων που θα έκλεινε σε λίγο καιρό, ο Dan. Τον βρήκα εύκολα και ξεκινήσαμε προς την πόλη. 

Χιόνιζε, όμως όλοι οι δρόμοι ήταν ανοικτοί. «Παράξενο» σκέφτηκα. «Στην Ελλάδα θα είχε παραλύσει το σύμπαν». Τότε το Βουκουρέστι ήταν άκτιστο σχεδόν από το αεροδρόμιο Otopeni ως την πόλη. Παρατήρησα ότι τα πεζοδρόμια καθαρίζονταν από ανθρώπους, τους ίδιους τους κατοίκους όπως μου εξήγησε ο Dan. Είδα περιπολικό σε κάθε κεντρική πλατεία… 

Από το δωμάτιό μου στο ξενοδοχείο Sofitel (πλέον Pullman) κοίταξα μία πόλη μαύρη, σκοτεινή. «Ρε που ήρθα πάλι… μήπως χάνω την ώρα μου στα Βαλκάνια και έχει δίκιο ο Γρηγόρης;» Την άλλη μέρα έμαθα ότι το να αλλάξω το αεροπορικό μου εισιτήριο θα μου κόστιζε πολλά χρήματα και αποφάσισα να μείνω. 

Ο ακόλουθος τύπου (πάλι από εκεί ξεκίνησα) ήταν φιλικότατος, αλλά σε λίγες μέρες θα έφευγε στην Πολωνία. Ακόμη δεν είχα αντιληφθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διπλωματικών υπαλλήλων της Ελλάδας ούτε μπορεί, ούτε πολυθέλει να βοηθήσει τις Ελληνικές εταιρείες που θέλουν να ανοικτούν στο εξωτερικό (οι εξαιρέσεις απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα). Θα το μάθαινα στην πορεία, ήμουν ακόμη μικρός και ρομαντικός.

Παρά το χιόνι, έκανα κάποια ραντεβού που κατάφερα να κλείσω, κινήθηκα σε πολλά σημεία με τη βοήθεια του Dan και μίλησα με πολύ κόσμο. Τα πρώτα μηνύματα ήταν ενθαρρυντικά:

  • Τα αγγλικά μου δεν ήταν καλά για τη Ρουμανία, οι άνθρωποι ήξεραν γλώσσες και τις μιλούσαν καλά. 
  • Ήθελαν με μανία να ταξιδέψουν στο εξωτερικό
  • Λάτρευαν την Ελλάδα και ο,τιδήποτε Ελληνικό
  • Με αντιμετώπισαν ως τη «δεύτερη φουρνιά» των Ελλήνων που είχαν αρχίσει να έρχονται στη Ρουμανία, μετά την πρώτη για την οποία δεν έλεγαν καλά λόγια

Το μόνο που με απασχολούσε ήταν η αφόρητη «κλάψα» των ίδιων των Ρουμάνων. Για αυτούς ήταν όλα μαύρα… δεν υπήρχε τίποτε καλό στη χώρα τους…

Αποφάσισα να δώσω μία δεύτερη ευκαιρία στη Ρουμανία, μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2004. Η δουλειά μας απέδωσε και πάλι. Εξελέγησαν όλοι οι υποψήφιοι την καμπάνια των οποίων είχαμε κάνει. Μάλιστα μετά το Βουκουρέστι είχα αλλάξει όλες τις καμπάνιες, εφαρμόζοντας μία νέα ιδέα που εμπνεύστηκα εκεί.

(Μεγάλες) ευκαιρίες ανοίγονταν για εμένα στην Αθήνα, αλλά στα τέλη του ίδιου μήνα επέστρεψα στο Βουκουρέστι, για να το μελετήσω σε βάθος. Αγόρασα και τον χάρτη της πόλης (ναι, υπήρξε και εποχή χωρίς gps και ψηφιακούς χάρτες), περπάτησα πολύ, προσπάθησα να μιλήσω με όσον περισσότερο κόσμο γίνεται, ακόμη και με δημοσιογράφους που γελούσαν μαζί μου, ακούγοντάς με να τους κάνω δεκάδες ερωτήσεις και απορώντας γιατί κάποιος Έλληνας ήθελε να αφήσει τη χώρα του και να πάει εκεί. 

Ο απολογισμός

Όταν γύρισα πίσω στην Κατερίνη, αποφάσισα ότι η συζήτησή μου με τον Γρηγόρη για τη Ρουμανία θα λάμβανε χώρα σε παραθαλάσσια ψαροταβέρνα, για να φάω και πάλι σαν άνθρωπος, μιας και στη Ρουμανία του 2004 οι επιλογές αξιοπρεπούς φαγητού ήταν ελάχιστες και δεν τις είχα ανακαλύψει ακόμη…

– «Η φορολογία είναι λίγο πιο χαμηλή από την Ελλάδα, απλά δεν έχει προκαταβολές φόρου και άλλα κρυφά έξοδα που πληρώνουμε εδώ. Λένε πως θα αλλάξει αν μετά τις εκλογές…»

Γ: «Αν» με διέκοψε ο Γρηγόρης, θυμίζοντάς μου πως οι προεκλογικές υποσχέσεις είχαν μικρή σημασία.

– «Θα μπουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ».

Γ: «Καλό, θα μετρήσει θετικά».

– «Έχει διπλάσιο πληθυσμό από την Ελλάδα, απλωμένο πολύ ωραία σε όλη τη χώρα, απίστευτα εύφορα χωράφια που είναι πάμφθηνα, βαριές υποδομές, κεντρική θέρμανση των πόλεων…»

Γ: «Αλλά πολλή φτώχεια, σωστά;»

– «Σήμερα ναι, αλλά είναι δυνατόν να μπουν στην Ευρώπη και να μην τρέξουν; Τα σούπερ μάρκετ τους είναι ήδη αξιοπρεπή σε σχέση με τα αντίστοιχα Ελληνικά».

Γ: «Το ίδιο δεν ισχύει και με τους Βούλγαρους;»

– «Εκεί δεν υπάρχει ασφάλεια σήμερα, στο Βουκουρέστι ένιωσα απόλυτα ασφαλής. Επίσης μας αγαπάνε ως λαό και ως χώρα, πουθενά αλλού δεν το ένιωσα αυτό. Μας έχουν σε μεγάλη εκτίμηση και μας σέβονται».

Γ: «Δεν πας για πρωθυπουργός εκεί, ρε Ηλία, για να δουλέψεις πας».

– «Όλα μετράνε, εκεί ένιωσα εντός έδρας. Απλά υπάρχει κάτι με τους Ρουμάνους που θα πρέπει να το σκεφτούμε πολύ… η μεγάλη τους πλειοψηφία είναι σε κατάθλιψη. Δεν βγάζεις άκρη! Άνθρωποι με ταλέντο και χαρίσματα, άνθρωποι ικανοί για μεγάλα πράγματα, είναι μια χαρά μέχρι να πάει η κουβέντα στη Ρουμανία και τους άλλους Ρουμάνους. Μιλάνε συνεχώς εναντίον της χώρας τους και των άλλων πολιτών εκεί. Όλα στραβά τα βρίσκουν, όλα τους πειράζουν, τίποτε για αυτούς δεν είναι καλό».

Γ: «Εσύ μου λες ότι βλέπεις δυναμική και προοπτική εκεί;»

– «Θα σου το πω σίγουρα σε 1 – 2 μήνες, αλλά νομίζω πως ναι».

Γ: «Και θέλεις τη γνώμη μου για να αποφασίσουμε αν μία χώρα με μεγάλη προοπτική, ανοικτή στους ξένους, αλλά με ανθρώπους που βρίζουν τον τόπο τους είναι η κατάλληλη για να ξεκινήσουμε κάτι καινούριο;»

– «Ακριβώς».

Μετά από άλλους 2 – 3 μήνες και αρκετές επισκέψεις η ετυμηγορία είχε βγει, ομόφωνα με τον αδερφό μου: Τη Ρουμανία διάλεξα για να πάω και να στήσω κάτι από το μηδέν. Με την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή οικογένεια προ των πυλών, τα απίστευτα πλεονεκτήματά της (στενή σχέση με τις ΗΠΑ, φοβερές πλουτοπαραγωγικές πηγές, υποδομές άγνωστες στην Ελλάδα) εξαιρετικά μεγάλη προοπτική ανόδου, γρήγορο ίντερνετ, ανθρώπους ξύπνιους και με πολλά χαρίσματα, η χώρα είχε όλες τις προδιαγραφές για να γίνει το επόμενο Ευρωπαϊκό success story. 

Ταυτόχρονα, η παροχή κακής ποιότητας υπηρεσιών από τη μεγάλη πλειοψηφία των Ρουμάνων και η επιλογή τους να τα βρίσκουν όλα μαύρα μεταφράστηκε από εμένα ως δώρο Θεού: «Άρα αν εκεί εμείς προσφέρουμε καλές υπηρεσίες, είμαστε σοβαροί και δουλέψουμε σκληρά, θα μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά και να σταθούμε στην αγορά, που όπως και να είναι θα ανοίξει πολύ».

Πολλά χρόνια μετά

Το 2004 απέρριψα την Αθήνα, επέλεξα τη Ρουμανία και αποδείχθηκε ότι ήταν μία σωστή επιλογή. Η χώρα μείωσε τη φορολογία της από την 01.01.2005, μπήκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 01.01.2007 και από την 01.01.2009 έφτιαξε τη φορολογία για τις μικροεταιρείες που είναι εξαιρετικά χαμηλή, ως και 1% επί του τζίρου. Με τα χρόνια η Ρουμανία γιγαντώθηκε, άλλαξε προς το καλύτερο, οι άνθρωποί της έβγαλαν χρήματα και η πλειοψηφία των Ρουμάνων πλέον ζουν καλύτερα από την πλειοψηφία των Ελλήνων. Για εμένα, για εμάς, ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι και μία «δια βίου μάθηση», μιας και σε πολλά θέματα η Ρουμανία ήταν και είναι πολύ μπροστά από την Ελλάδα και είχε πολλά να μας διδάξει. 

Τώρα πλέον οι Ρουμάνοι που βρίζουν τη χώρα τους είναι αισθητά λιγότεροι, ενώ και αυτοί που προσφέρουν καλές και ποιοτικές υπηρεσίες είναι πολύ περισσότεροι από τότε. Εμείς δεν μείναμε μόνο στο πλεονέκτημα της σοβαρότητας και της καλής παροχής υπηρεσιών, αλλά κτίσαμε μία γερή βάση, με πολλές και διαφορετικές δραστηριότητες. Ξεκινήσαμε από τα ακίνητα, συνεχίσαμε στην παροχή υπηρεσιών, μετά στην πράσινη ενέργεια και από το 2016 στον κλάδο των βιολογικών προϊόντων. Μέσα από τη δουλειά μας έχουμε εξυπηρετήσει εκατοντάδες ευχαριστημένους πελάτες, ενώ τα βιολογικά μας προϊόντα φτάνουν κάθε εβδομάδα σε 30.000+ νοικοκυριά σε όλη τη Ρουμανία. 

Τότε έψαχνα κάποιον «για να έχω τον δικό μου άνθρωπο στη Ρουμανία». Τώρα πια μαζί με τον Γρηγόρη είμαστε «οι άνθρωποι αυτοί» για εκατοντάδες άλλους που θέλουν να έρθουν.

Σε ευχαριστώ, Θεέ μου, που με βοήθησες να διαλέξω σωστά…

ΥΓ.1. Η Βουλγαρία βελτιώθηκε πολύ, αλλά σκεφτείτε πως συνεχίζει ως οικονομία να έχει ίδιο ΑΕΠ με αυτό του νομού Ilfov, όπου ανήκει το Βουκουρέστι… Παρέμεινε μικρή.

ΥΓ.2. Η Σερβία επίσης ανέβηκε, όμως επίσης δεν έκανε το άλμα της Ρουμανίας.

Ηλίας Π. Παπαγεωργιάδης

Reader Interactions

Ilias P. Papageorgiadis

Ilias Papageorgiadis

Ο Ηλίας Π. Παπαγεωργιάδης είναι επιχειρηματίας και σύμβουλος επιχειρήσεων, με δραστηριότητα από το 1993, πολλά και πετυχημένα projects, έντονη κοινωνική δράση, ενώ έχει συγγράψει και 4 βιβλία.

Σχόλια_

  1. Χρήστος αναφέρει:

    Συγχαρητήρια για την επιλογή σας .
    Και εμένα με ενδιαφέρει βα δραστηριοποιηθώ στη Ρουμανία θα ήθελα να έρθω σε επαφή .

  2. Γιάννης Καλαιτζίδης αναφέρει:

    εξαιρετική ιστορία. Μπράβο σας που κάνατε αυτό το πολύ επιτυχημένο άλμα και δυό φορές μπράβο σας που συνεχίζετε και παρέχετε εξαιρετικές υπηρεσίες σε όλα τα επίπεδα. Γιάννης Καλαϊτζίδης

Διατυπώστε την άποψη σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *